Με επίκεντρο το Ελληνικό, παρακολουθούμε ένα έργο λίγο ως πολύ αναμενόμενο. Οι γνωστοί κερδοσκόποι και η κυβέρνησή τους από τη μια συγκρούονται με τον λαό και τα κινήματά του από την άλλη σε μια άνιση μάχη όπου ο ένας έχει μαζί του τους μηχανισμούς του κράτους ενώ ο άλλος διαδηλώνει με μόνο όπλο του το δίκιο. Δεν είναι όμως αυτός ο αγώνας μια μάχη μόνο των κατοίκων του Ελληνικού. Αγγίζει και ευαισθητοποιεί ολόκληρο το λεκανοπέδιο που έχει απίστευτα χαμηλά ποσοστά πρασίνου και μεγάλη ανάγκη ελεύθερων χώρων προκειμένου να γίνει η Αθήνα πόλη βιώσιμη και φιλική για τους κατοίκους της.
Εκτός από το
Ελληνικό, όμως, ένας αντίστοιχος αγώνας για πράσινο, ελεύθερες ακτές και καλύτερες
συνθήκες ζωής στην πόλη, διεξάγεται λίγο πιο βόρεια, στο άκρο του Πειραιά, στην
μοναδική παραλία των δυτικών και υποβαθμισμένων συνοικιών, στη Δραπετσώνα και
στο Κερατσίνι.
Για πολλά
χρόνια στην περιοχή αυτή γίνεται ένας αγώνας για την αξιοποίηση της
βιομηχανικής ζώνης επ’ ωφελεία των κατοίκων της περιοχής του ευρύτερου Πειραιά,
για τη δημιουργία πρασίνου και την ανάκτηση των ακτών από τους πολίτες.
Πρόκειται για ένα χώρο 650 στρεμμάτων με λίγους ιδιοκτήτες γης (Εθνική Τράπεζα,
Λαφάρτζ και Μελισσανίδης) των οποίων οι απαρχές της ιδιοκτησίας αμφισβητούνται
κι αυτές καθώς εγκαταστάθηκαν εκεί στις αρχές του 20ου αιώνα με χαριστικές ρυθμίσεις
των κυβερνήσεων της εποχής για να φτιάξουν βιομηχανία και να μετατρέψουν τον
λιμενικό και εμπορικό Πειραιά σε εργατούπολη.
Ο χώρος έχει θαυμάσιο
ανάγλυφο ακτών και βρίσκεται απέναντι από την Ψυτάλλεια, τη Σαλαμίνα και την
Πειραϊκή, στην είσοδο του κεντρικού λιμανιού του Πειραιά. Μετά την
αποβιομηχάνιση και την αποχώρηση της ΑΓΕΤ το 1982, το κλείσιμο των Λιπασμάτων το
1999, που το ακολούθησε ισοπέδωση των περισσότερων εγκαταστάσεών του το 2003,
και μετά την αποχώρηση των πετρελαιοειδών (ΒΡ και ΜΟΜΠΙΛ) φαινόταν πως το
μέλλον του χώρου θα ήταν:
·
είτε μια ήπια ανάπτυξη με συντελεστή 0.4 για
ικανοποίηση των αιτημάτων των ιδιοκτητών με ταυτόχρονη δημιουργία μαρίνων,
ελεύθερων ακτών και μητροπολιτικού πάρκου υψηλού πρασίνου σε 400 τουλάχιστον
στρέμματα γης,
·
είτε η δημιουργία μιας εκτεταμένης ζώνης υψηλού πρασίνου
με ελεύθερη παραλία με χρήσεις αναψυχής και πολιτισμού μέσω της απαλλοτρίωσης
του χώρου ή της απόκτησής του από το δημόσιο με άλλον τρόπο.
Για αρκετά
χρόνια αυτοδιοίκηση και κινήματα ταλαντεύονταν ανάμεσα στις δυο παραπάνω επιλογές.
Από την μια είχαμε μια καλή λύση (ήπια ανάπτυξη με μητροπολιτικό πάρκο) που
φαινόταν να είναι εφικτή και από την άλλη είχαμε μιαν ακόμη καλύτερη λύση (δημόσιος
χώρος για πάρκο πολιτισμού και αναψυχής) που φαινόταν, όμως, ανέφικτη λόγω
έλλειψης χρημάτων αλλά κυρίως έλλειψης της πολιτικής βούλησης των τότε
κυβερνήσεων να προχωρήσουν σε κάτι τέτοιο.
Μέχρι
πρόσφατα που ο νυν δήμαρχος Κερατσινίου-Δραπετσώνας έριξε μια τουφεκιά-“ιδέα”
περί έλευσης των αγώνων της φόρμουλα-1 στην περιοχή, πιστεύαμε ότι το δίλημμα
βρισκόταν ανάμεσα στις δυο παραπάνω επιλογές και η προοπτική έλευσης του Σύριζα
στην κυβέρνηση έδινε βάσιμες ελπίδες ότι η καλύτερη λύση θα γινόταν επιτέλους
και βιώσιμη χάρη στην ισχυρή πολιτική βούληση των ανθρώπων αλλά και των
οργανώσεων του κόμματος που από καιρό υπεραμύνονταν του δημόσιου χαρακτήρα της
περιοχής.
Όπως
φαίνεται, όμως, οι λογαριασμοί γίνονταν χωρίς τον ξενοδόχο, όπου ξενοδόχος
είναι η μνημονιακή πολιτική της κυβέρνησης Σαμαρά. Παρ’ όλο που στη σημερινή Ελλάδα
όλα είναι προς πώληση, ωστόσο στον χώρο αυτό το ΤΑΙΠΕΔ δεν έβαλε χέρι γιατί η
ταμπέλα έγραφε “επωλήθη”. Αφού ο χώρος ανήκει ήδη σε ιδιώτες δεν θα μπορούσε να
ιδιωτικοποιηθεί περισσότερο, μπορούσε όμως να δοθεί για πλήρη αξιοποίηση από
τους ενδιαφερόμενους χωρίς προσκόμματα και ευαισθησίες κι αυτό ακριβώς έγινε! Η
κυβέρνηση, δια του Υπουργού Περιβάλλοντος κ. Μανιάτη, τους απάλλαξε από το
άγχος να περιμένουν την “ανάπλαση” και προχώρησε σε μια κίνηση που συνιστά πλήρη
ανατροπή των κεκτημένων της τοπικής αυτοδιοίκησης και της τοπικής κοινωνίας από
τη δεκαετία του ’90.
Να εξηγήσουμε
πως προέκυψε αυτό: Με απόφαση του Οργανισμού Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας (ΟΡΣΑ)
από το 1997 ο χώρος αυτός έχει χαρακτηριστεί ως “πολεοδομικό κέντρο” και έχει
οριστεί συντελεστής δόμησης 0.4 όπως γίνεται με βάση το ισχύον νομικό πλαίσιο για
τις περιοχές που εντάσσονται στο σχέδιο πόλης. Αυτό ήταν ένα κεκτημένο το
οποίο, με την προοπτική του Σύριζα στην κυβέρνηση, θα μπορούσε να αλλάξει προς
το καλύτερο. Θα μπορούσε να δοθεί πολύ μικρότερος συντελεστής δόμησης και να αποκτηθεί
η γη από το δημόσιο. Αντί γι αυτό όμως ο ΟΡΣΑ συνεδρίασε αιφνιδίως πριν λίγες
μέρες και αποφάσισε σε μια από τις τελευταίες (!) συνεδριάσεις του (καθώς η
κυβέρνηση τον κατάργησε ως οργανισμό) να προτείνει αλλαγές στη βιομηχανική ζώνη
που το ΥΠΕΚΑ τις υιοθέτησε αμέσως και επικύρωσε με ΦΕΚ μέσα σε λίγες μόνο
μέρες. Και οι αλλαγές αυτές λένε: Ο συντελεστής δόμησης από 0.4 ανεβαίνει στο
0.6 και στις χρήσεις πολεοδομικού κέντρου προστίθεται και η χρήση της “μη
οχλούσας” βιομηχανίας.
Ας δούμε τι
σημαίνουν αυτά τα δυο:
·
Με τον νέο συντελεστή το ΥΠΕΚΑ χαρίζει περίπου 80.000
τ.μ. δομημένου χώρου στους ιδιοκτήτες. Μια αποτίμηση που έγινε το 2010
υπολόγιζε την δωρεά αυτή να ανέρχεται περίπου στα 225 εκ. ευρώ, ποσό που σήμερα
είναι βέβαια αμφίβολο μετά την ελεύθερη πτώση της κτηματαγοράς, ωστόσο
παραμένει αξιοσημείωτο.
·
Με τις νέες χρήσεις γης η απόφαση αυτή του υπουργού επιτρέπει
στην ΑΓΕΤ να επεκτείνει τις εμπορικές, μέχρι στιγμής, δραστηριότητές της και να
έχει ακόμα και παραγωγή ορισμένων τύπων προϊόντων. Επίσης επιτρέπει στον Μελισσανίδη
να προχωρήσει ανενόχλητος στην επεξεργασία των αποβλήτων των πλοίων που
περισυλλέγει και, ακόμη, επιτρέπει σε εταιρείες αδρανών υλικών να
δραστηριοποιηθούν εκ νέου στον χώρο, όπως γινόταν μέχρι πρόσφατα. Γενικά μιλώντας,
η απόφαση αυτή προτρέπει εταιρείες όπως η ΚΟΣΚΟ και άλλοι διαχειριστές λιμανιών
να αποκτήσουν προσβάσεις στους μέχρι τώρα ελεύθερους χώρους και να
εγκαταστήσουν δραστηριότητές τους πράγμα που μέχρι τώρα ήταν αποκλεισμένο.
Ο συνδυασμός
και των δύο παραπάνω αλλαγών σημαίνει πως επιτρέπεται σε κάποιους λίγους να κάνουν
όνειρα ότι στην περιοχή της βιομηχανικής ζώνης θα επιδιώξουν να βγάλουν και
πάλι μεγάλα κέρδη. Ταυτόχρονα σημαίνει πως επιβάλλεται σε όλους τους άλλους,
τους πολλούς, να έχουν εφιάλτες ότι η ανάπλαση που επεδίωξαν και οι προοπτικές
που νόμισαν πως είχαν ανοίξει τώρα ενταφιάζονται.
Ο δήμος και
οι πολίτες θα προσφύγουν βέβαια στο Σ.τ.Ε. για να ακυρώσουν την απόφαση αλλά
αυτού του είδους οι διεκδικήσεις δεν γενούν αισιοδοξία τα τελευταία χρόνια. Για
μια ακόμη φορά και σε ένα ακόμη πεδίο, είναι φανερό πως η λύση δεν μπορεί παρά
να είναι πολιτική.
Το άρθρο μου αυτό δημοσιεύτηκε στο τεύχος Απριλίου του περιοδικού "ΠΟΛΙΤΕΣ".
Να συμπληρώσω σήμερα ότι η νεοεκλεγμένη δημοτική αρχή του "Άλλου Δρόμου" και του Χρήστου Βρεττάκου έχει τοποθετηθεί υπέρ του δημόσιου χαρακτήρα του χώρου και έχει καταγγείλει την απόφαση του ΥΠΕΚΑ. Επίσης έχει τοποθετηθεί με σαφήνεια κατά των βιομηχανικών και λιμενικών δραστηριοτήτων στην περιοχή.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου