Κυριακή 20 Οκτωβρίου 2013

Αντιμνημονιακό, αντιφασιστικό ή προοδευτικό τόξο;



Καταχωρώ εδώ ένα άρθρο του Αντώνη Λιάκου, πανεπιστημιακού και ιστορικού από τους καλύτερους που έχει σήμερα η Ελλάδα, όχι γιατί συμφωνώ σε όλα μαζί του αλλά γιατί ΑΝΑΛΥΕΙ την πραγματικότητα με ένα πολύ διαυγή και διεισδυτικό τρόπο έστω κι αν στην πρότασή του στο τέλος δείχνει κάποια αδυναμία. Στο κάτω-κάτω δεν έφτιαξε πολιτικό πρόγραμμα ο άνθρωπος, κάποιες κατευθύνσεις μόνο λέει.

Το άρθρο έχει ως εξής:

με ποια στρατηγική θα αντιμετωπίσουμε τη Χρυσή Αυγή;

Ούτε συνταγματικό τόξο ούτε αντιμνημονιακό μπλοκ ούτε «διπλό δημοψήφισμα»

Αντώνης Λιάκος
Η αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής χρειάζεται να είναι προσεκτική γιατί ενδέχεται να προκαλέσει απροσδόκητα αποτελέσματα που θα στραφούν σαν μπούμερανγκ εναντίον της δημοκρατίας. Η έως τώρα ανοχή ή η αδιαφορία απέναντι στη Χρυσή Αυγή, η έλλειψη ενός σαφούς ιδεολογικού μετώπου δεν πρέπει να οδηγήσει σε αποτελέσματα που θα έχουν ως συνέπειες αμφισβητούμενες συνταγματικές πράξεις. Με δυο λόγια, η αμέλεια δεν δικαιολογεί την πρεμούρα που παραβιάζει τυπικές διαδικασίες, ούτε η εγκληματική ιδεολογία και πράξη της Χ.Α. δικαιολογεί το «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» εναντίον της. Ο κύβος έχει ριφθεί με τη σύλληψη της ηγεσίας της Χρυσής Αυγής, το ζήτημα είναι η αποναζιστικοποίηση των μυαλών των οπαδών της. Η αποφασιστική μάχη εναντίον της Χρυσής Αυγής θα είναι πολιτική, όχι απλώς νομική. Η πολιτική ήττα της θα θωρακίσει τη δημοκρατία. Διαφορετικά κινδυνεύουμε να κατέβουμε ένα ένα, και κατρακυλώντας, τα σκαλοπάτια της εκτροπής και μιας άγριας ανεξέλεγκτης σύγκρουσης. Ο κίνδυνος δεν έχει παρέλθει. Χωρίς τον σχολαστικό σεβασμό του συντάγματος και της νομοθεσίας της δημοκρατίας, η υπεράσπιση του λεγόμενου «συνταγματικού τόξου» είναι προπέτασμα καπνού. Το ζήτημα αυτό απασχολεί τον κόσμο, τους συμπολίτες μας που μάχονται τον φασισμό καθημερινά, στο σχολείο, στους τόπους δουλειάς, στις γειτονιές. Αντιμετωπίζουν το δίλημμα: Θα πολεμήσουμε τη Χρυσή Αυγή με το συνταγματικό τόξο ή εμβαθύνοντας την αντιμνημονιακή πάλη; 
Καταρχήν αυτή η έννοια συνταγματικό τόξο είναι καθυστερημένο αντίγραφο από την Ιταλία και χρησιμοποιήθηκε για να αποκλείσει τους νεοφασίστες του M.S.I. και να περιγράψει τα κόμματα της Ιταλίας μετά τη συντριβή του Μουσσολίνι. Αυτή η δημοκρατία έγινε σκόνη από τα σκάνδαλα και οι νεο- ή μετα-φασίστες έγιναν συνεταίροι του Μπερλουσκόνι. Ο όρος έπαψε πλέον να χρησιμοποιείται ώσπου τον θυμηθήκαμε στην Ελλάδα. Πολλοί τον θεωρούν, ως κολυμβήθρα του Σιλωάμ, μέσα στη Ν.Δ. και το ΠΑ.ΣΟ.Κ., Σαμαράς και Βενιζέλος επιδιώκουν μια δημοκρατική αναβάπτιση.
 Είναι εμφανής ο εργαλειακός τρόπος με τον οποίο ο Βενιζέλος χρησιμοποιεί τοσυνταγματικό τόξο παράλληλα με τη θεωρία των δύο άκρων, χωρίς να τον ενδιαφέρει αν πρόκειται για δύο έννοιες που ορίζουν εντελώς διαφορετικά την πολιτική γεωγραφία, δηλαδή δύο έννοιες αλληλοαποκλειόμενες από την άποψη αυτή. Σύμφωνα με τηθεωρία των δύο άκρων, όσοι διαμαρτύρονται για την πολιτική των μνημονίων είναι λαϊκιστές της Αριστεράς ή της Δεξιάς. Σύμφωνα με τη θεωρία του συνταγματικού τόξου, η Αριστερά οφείλει να υποστείλει την αντίθεση στο μνημόνιο και να ενταχθεί σε ένα σχήμα το οποίο καθοδηγείται από την κυβέρνηση (η πρόταση για κοινούς υποψηφίους σε ενδεχόμενες εκλογές στις κενές έδρες της Χ.Α.). Ρωτούν: Μα δεν είναι μείζον κακό ο ναζισμός σε σχέση με το μνημόνιο; Ένα ερώτημα όχι χωρίς σκοπιμότητες.
Ο ναζισμός στην Ελλάδα δεν προέκυψε μόνο επειδή υπήρχε πάντοτε ένα αντιδραστικό μπλοκ δυνάμεων. Θα μπορούσε μια χαρά το αντιδραστικό αυτό μπλοκ να το εκφράσει ο ΛΑ.Ο.Σ., ο Χρύσανθος και ο Φαήλος. Το ερώτημα είναι γιατί ριζοσπαστικοποιήθηκε και απέκτησε έρεισμα η Άκρα Δεξιά; Γιατί δεν εμφανίστηκε ο ναζισμός όσο τα δύο κόμματα της Δεξιάς, η Ν.Δ. και ο ΛΑ.Ο.Σ., ήταν εναντίον του μνημονίου; Το πέρασμα της Δεξιάς με το μνημόνιο, που βιώθηκε από τον κόσμο της ως προδοσία, ήταν η μεγάλη τομή για την εκτόξευση της επιρροής της Χ.Α. Η ανεργία και η ανέχεια πλήττει εξίσου και τον κόσμο που δίνει την υποστήριξή του στη Χρυσή Αυγή και εκεί μπορεί να εκφράζει την οργή του αδιαμεσολάβητη από την πολιτική σκέψη και ταυτόχρονα τον ρατσισμό του. Πάνω σε αυτή την οργή («όλοι είναι ίδιοι», «κρεμάστε τους κλέφτες», «φταίνε οι ξένοι για την ανεργία») αναπτύσσεται η Χρυσή Αυγή και την καλλιεργεί προσφέροντάς της διέξοδο στη βία, καθώς και την καταστροφική ουτοπία μιας κοινωνίας με φυλετική καθαρότητα, αντριλίκι, τσαμπουκά, στρατιωτική τάξη.
Άρα δεν μπορείς να κάνεις αντιφασισμό χωρίς την κριτική και την πολεμική στις κοινωνικές αιτίες που τον έθρεψαν. Θα ήταν καταστροφικό να αφήσεις την οργή να τη μονοπωλούν οι ναζιστές και να συντάσσεσαι με όλους αυτούς που στην ψύχρα υποστήριξαν την κοινωνική καταστροφή και επιδίδονται στη μεγάλη ληστεία του δημόσιου πλούτου και των λαϊκών εισοδημάτων, παραβιάζοντας ουσιαστικά τους κανόνες της δημοκρατίας. Δεν μπορείς να απομονώσεις τον φασισμό από το κοινωνικό του περιεχόμενο και να πεις ότι είναι μόνο εγκληματική οργάνωση. Είναι σαν να αφοπλίζεις και να ξεδοντιάζεις το αντιφασιστικό μέτωπο. Η θεωρία τουσυνταγματικού τόξου αποσκοπεί στο να απο-ριζοσπαστικοποιήσει το αντιφασιστικό μέτωπο. Τελικά, πολλοί, που έχουν επαφή με λαϊκό κόσμο, καταλαβαίνουν ότι η συμπαράταξη αυτή έχει τα αντίθετα αποτελέσματα από αυτά που επιδιώκει. Χαρίζει περισσότερη λαϊκή επιρροή στους φασίστες απ’ όση υποτίθεται ότι τους αφαιρεί με την επίκληση της ενότητας με πρόσωπα και κόμματα που τα θεωρεί υπεύθυνα για τη σημερινή καταστροφή, και τα οποία, στο κάτω κάτω, ενέχονται επανειλημμένα σε ουσιαστικές παραβιάσεις των κανόνων της δημοκρατίας.
Από την άλλη μεριά όμως, το διπλό μέτωπο («διπλό δημοψήφισμα» το ονόμασε ο Παπαδημούλης) και εναντίον της Χρυσής Αυγής και εναντίον του Μνημονίου είναι επίσης προβληματικό. Ούτε το μνημονιακό μέτωπο ούτε το αντιμνημονιακό είναι συμπαγή μέτωπα. Στο πρώτο υπάρχουν εκείνοι που θέλουν να επωφεληθούν από την καταλήστευση του δημόσιου πλούτου, την εκπτώχευση των πολιτών και τη διάλυση κάθε εργασιακής συλλογικότητας. Υπάρχουν όμως και εκείνοι που συντάχτηκαν με το μνημόνιο για να μη διακινδυνεύσουν έξοδο από το ευρώ, ή νομίζοντας ότι θα διαφυλάξουν τη νομισματική σταθερότητα και τα ολίγα κεκτημένα, τη μικροεπιχείρηση, τις καταθέσεις μιας ζωής και τη σύνταξη, έστω κι αν μειώνεται. Αυτοί που δεν θέλουν να ρισκάρουν, οι συντηρητικοί συμπολίτες μας. Δεν μπαίνουν σαφώς όλοι στο ίδιο καλάθι των μνημονιακών και, με δυο λόγια, όσα λάθη κι αν διέπραξε, ο Κουβέλης δεν είναι Βενιζέλος. Αλλά ας μην ξεχνάμε ότι και το αντιμνημονιακό στρατόπεδο έχει μεγάλες και βαθιές αντιθέσεις. Και η Χρυσή Αυγή στο στρατόπεδο αυτό έχει κατασκηνώσει και από τον αντιμνημονιακό κόσμο παίρνει ψήφους, και στην αντιμνημονιακή οργή ποντάρει. Και οι Ανεξάρτητοι Έλληνες, αυτός ο κοσμάκης της λαϊκής Δεξιάς με τη μυθολογία και τις γραφικότητές τους, στο αντιμνημονιακό στρατόπεδο κατοικοεδρεύουν. Δεν πρέπει να τους περιφρονούμε, αλλά πέραν της αντίθεσης στο μνημόνιο δεν υπάρχει και πολύ έδαφος για συμφωνίες.
Επομένως, πρέπει να είναι σαφές ότι αν περιοριστεί ο αντιφασιστικός αγώνας μόνο στο αντιμνημονιακό στρατόπεδο αφορά μόνο εμάς και τους φίλους μας. Μπορεί να αισθανόμαστε μια χαρά μεταξύ μας, αλλά αυτό στενεύει απελπιστικά το μέτωπο εναντίον της Χ.Α., και ακόμη αφαιρεί διαπιστευτήρια από την Αριστερά γιατί την εμφανίζει, την κρίσιμη στιγμή, περιχαρακωμένη στις εμμονές της, μνησίκακη, ή να επιδιώκει να εκμεταλλευτεί μείζονα ζητήματα για να προωθήσει κομματικά οφέλη, ή τέλος ανέμελη στον παρεΐστικο ναρκισσισμό της.
Επομένως; Ούτε συνταγματικό τόξο ούτε αντιμνημονιακό μπλοκ ούτε «διπλό δημοψήφισμα». Τι πρέπει να κάνουμε; Πώς χαράζει κανείς πολιτική γραμμή μέσα από δύο διαφορετικούς πολιτικούς χάρτες που συνεπάγονται αυτά τα δύο σχήματα; Αυτή είναι μία μείζων πρόκληση, και η πολιτική μαστοριά και ικανότητα κερδίζεται ακριβώς όταν έχεις να διαχειριστείς όχι ένα αλλά δύο διασταυρούμενα διλήμματα.
Προφανώς δεν έχω σκοπό να χαράξω καμιά πολιτική γραμμή, απλώς γράφω τις σκέψεις μου, και μάλιστα από κάποια απόσταση. Έχω υποστηρίξει όμως (στο άρθρο μου στην Εφημερίδα των Συντακτών, «Για ένα μεταμνημονιακό εμείς») ότι έχουμε μπει σε μια νέα εποχή. Τα μνημόνια όπου να ’ναι λήγουν. Μια νέα πολιτική κατάσταση έχει εγκαθιδρυθεί. Στην καινούρια εποχή πρέπει να κινηθούμε με θετικά πρόσημα. Όχι ρεσάλτο αλλά ήρεμη δύναμη. Όχι ολομέτωπες αλλά τραβέρσο. Η αποτυχία της κινητοποίησης των εκπαιδευτικών κάτι πρέπει να μας πει. Επομένως πρέπει να κινηθούμε με βάση ένα σχέδιο θετικών προοδευτικών μεταρρυθμίσεων, ένα σχέδιο ανασυγκρότησης της χώρας. Προτάσσοντας το τι θέλουμε πάνω στο τι δεν θέλουμε. Η δημιουργία ενός μεγάλου μεταμνημονιακού Εμείς που επιδιώκει προοδευτικές μεταρρυθμίσεις στην κοινωνία και την οικονομία, σαφώς εντάσσει την αντιμετώπιση της Χ.Α. και του ναζισμού στην υπεράσπιση της δημοκρατίας. Στην υπεράσπιση των θεσμών και από τις παράπλευρες συνέπειες της δίωξης της Χ.Α. και από τις συνεχείς παραβιάσεις και τη ρευστοποίηση του Συντάγματος τα τελευταία τρία χρόνια. Χρειάζεται επίσης η αξιοπιστία της υπεράσπισης της δημοκρατίας να μην υπονομεύεται από την έλλειψη σαφών γραμμών προς τη βία που, λιγότερο τώρα από τις προηγούμενες εποχές, ξεφυτρώνει αριστερότερα.
Χρειάζεται με λίγα λόγια η επεξεργασία μιας σύνθετης πολιτικής πρότασης που δεν μπαίνει σε διλήμματα που άλλοι έχουν επιλέξει, αλλά παίρνει την πρωτοβουλία να χαράξει η ίδια μια νέα πολιτική γεωγραφία και να βάλει με τον δικό της τρόπο διλήμματα στους άλλους.

Αυτά λέει ο Λιάκος.
Να συμπληρώσω μόνο εγώ ότι ούτε και εδώ εξετάζεται το ενδεχόμενο επιστροδής σε εθνικό νόμισμα (δραχμή) που θα δώσει τη δυνατότητα άσκησης εθνικής οικονομικής και εξωτερικής πολιτικής. 


Δεν υπάρχουν σχόλια: